παιδί

παιδί
Από βιολογική άποψη θεωρείται π. ο άνθρωπος από τη γέννησή του μέχρι τα 9 του χρόνια ή και μέχρι τα 11-14, ανάλογα με τους επιστήμονες οι οποίοι έχουν ασχοληθεί με το θέμα. Η επιστήμη που ασχολείται με το π. είναι σχετικά νέα. Οι αρχαίοι περιορίστηκαν σε γενικές διαπιστώσεις, που, αν και μερικές φορές ήταν ορθότατες, όπως στην περίπτωση του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη ή του Αγίου Αυγουστίνου, σύμφωνα με την επικρατούσα τότε αντίληψη για τη ζωή, δεν μπορούσε να επικεντρώσει εκείνο το ενδιαφέρον για το π. που, αντίθετα χαρακτηρίζει τη νεότερη σκέψη, μετά τον Ρουσό. Από αυτά απορρέει ότι οι μελέτες γύρω από το π., ώσπου να εδραιωθεί η σύγχρονη ψυχολογική και ψυχαναλυτική έρευνα, είχαν βασικά χαρακτήρα θεωρητικό, αν και στηρίζονταν στην πείρα ενός Πεσταλότσι, ενός Φρέμπελ, ενός Ζαν Πολ Ρίχτερ· για να μην αναφέρουμε τον Ρουσό, που υπήρξε ο πρώτος που ζήτησε από τους παιδαγωγούς και τους γονείς να συνηθίσουν να κάνουν μεθοδικές και συστηματικές παρατηρήσεις για τα παιδιά τους. Πρώτη πειραματική έρευνα για το π. πρέπει να θεωρηθεί το ημερολόγιο που κράτησε ο Ντίτριχ Τίντεμαν για το παιδί του, από το 1781 μέχρι το 1784 (Beobachtungen - Παρατηρήσεις), αλλά, παρά το ενδιαφέρον που παρουσίαζε και παρά τις φροντισμένες μελέτες του Πράιερ (1882) για τα πρώτα 3 χρόνια της παιδικής ζωής, καθώς και τις μελέτες του Μπόλντουιν κ.ά, μόνο στον αιώνα μας πολλαπλασιάστηκαν μεθοδικά οι πειραματικές έρευνες, δημιουργώντας μια πραγματική ψυχολογία του π., η οποία τις τελευταίες δεκαετίες σημείωσε τεράστια πρόοδο, χάρη στους Φρόιντ, Γιουνγκ, Άντλερ και στις σχολές τους, εκτός από τις όλο και περισσότερες πειραματικές έρευνες που έκαναν οι ψυχολόγοι, μεταξύ των οποίων οι Άρνολντ Γκεζέλ, Καρλότε Μπίλερ, Ανρί Βαλόν και Ζαν Πιαζέ. Η ψυχοσωματική ανάπτυξη. Η παιδική ηλικία χαρακτηρίζεται βασικά από διεργασίες ανάπτυξης, που τελικά, κατά τη διάρκεια των 11-14 ετών και μέσω διαφόρων φάσεων, μεταμορφώνουν το νήπιο, ανίκανο να φροντίσει για τον εαυτό του, σε έφηβο στα πρόθυρα της ενήλικης ζωής. Από τα διάφορα χαρακτηριστικά της ανάπτυξης, το σημαντικότερο είναι η αύξηση, τόσο από σωματική όσο και ψυχολογική άποψη, που υπολογίζεται με την καταμέτρηση των διαφόρων χαρακτηριστικών του π. σε διαδοχικές ηλικίες. Μια σχηματική απεικόνιση της προόδου πολλών από τα χαρακτηριστικά αυτά (βάρους, ύψους, νοημοσύνης, συναισθηματικής σταθερότητας κ.ά.), σε σχέση πάντα με την ηλικία, θα μας δώσει μια καμπύλη που ανεβαίνει γρήγορα κατά τους πρώτους μήνες ή χρόνια της ζωής και με βραδύτερο ρυθμό στο δεύτερο τμήμα της. Άλλα φαινόμενα της ανάπτυξης παρουσιάζουν, αντίθετα, πολυπλοκότερη πορεία, αποδεικνύοντας την ύπαρξη ηλικιών κρίσης, οι οποίες ενδιαφέρουν ιδιαίτερα τους παιδαγωγούς. Η ανάπτυξη του π. χαρακτηρίζεται επίσης και από μια διεργασία διαφοροποίησης, η οποία προχωρεί από τον σχηματισμό ανατομικών δομών με ειδικές λειτουργίες (νευρικός, μυϊκός, αδενικός ιστός κ.ά.) μέχρι τις ειδικές ψυχολογικές αντιδράσεις σε σχέση με τις συνθήκες του περιβάλλοντος (π.χ. η προοδευτική διαφοροποίηση των ψυχοκινητικών αντιδράσεων σε σχέση με την κατάσταση - ερέθισμα). Μερικές από τις διαφοροποιήσεις αυτές πηγάζουν από δομικές και λειτουργικές μεταβολές ορισμένων περιοχών του φλοιού του εγκεφάλου και άλλων τμημάτων του νευρικού συστήματος. Οι λειτουργίες, που πηγάζουν από τη διεργασία της διαφοροποίησης, αλληλοσυμπληρώνονται κατά τρόπο με τον οποίο το π., με την πρόοδο της ηλικίας, να περνά από μια ισορροπία δομής - λειτουργίας σε μια άλλη. Από ανατομοφυσιολογική άποψη, η συντονιστική και αλληλοσυμπληρωματική λειτουργία του νευρικού συστήματος και των ενδοκρινών αδένων τελειοποιείται με την ηλικία. Αυτό ευνοεί τη διατήρηση μιας σταθερότητας των εσωτερικών συνθηκών του ατόμου (ομοιοστασία), έναντι των διαφόρων επιδράσεων του περιβάλλοντος. Μεγάλο μέρος της συμπεριφοράς του π., όπως και του ενηλίκου, τείνει τελικά στη διατήρηση της ομοιοστασίας. Από την άποψη της προσωπικότητας, εξεταζόμενης στο σύνολό της, αποδίδεται οπωσδήποτε ιδιαίτερη σημασία στη συμπεριφορά η οποία δεν έχει άμεσο σκοπό, καθώς και (στα πρόθυρα της ωρίμανσης) στις πρωτοεμφανιζόμενες προσωπικές φιλοσοφίες της ζωής (λαϊκές, θρησκευτικές κ.ά.). Οι παράγοντες οι οποίοι προσδιορίζουν την ανάπτυξη συνοψίζονται βασικά σε 2 κύριες ομάδες: ωρίμανση και επίδραση του περιβάλλοντος. Στην ωρίμανση μπορούν vα αποδοθούν κυρίως η αυστηρή σειρά διαδοχής των εκδηλώσεων της ανάπτυξης και η σχετική ομοιομορφία αυτών των εκδηλώσεων σε ένα ορισμένο επίπεδο της ανάπτυξης, για όλα τα άτομα αυτού του είδους. Συχνά, όπως στην περίπτωση των πρώτων κινήσεων θηλασμού και κολύμβησης του νεογνού, η πρόοδος που οφείλεται στην ωρίμανση φαίνεται ως προετοιμασμένη για μια κατάσταση που ποτέ πριν δεν είχε παρουσιαστεί (θηλασμός, βύθιση σε νερό). Όποιος ανατρέφει ένα π. πρέπει να ενδιαφερθεί να μάθει πάνω απ» όλα ποια είναι η καλύτερη περίοδος της ωρίμανσης κατά την οποία πρέπει να ασκηθούν ορισμένες επιδράσεις του περιβάλλοντος, εκπαιδευτικές κ.ά. Γενικά, για να εκτιμηθεί η ανάπτυξη ενός π., γίνονται μετρήσεις του βάρους, του ύψους, της σχέσης βάρους προς ύψος, της περιμέτρου της κεφαλής και του θώρακα, λαμβάνονται επίσης υπόψη μερικά στοιχεία σχετικά με τον βαθμό οστέωσης του κρανίου, την εμφάνιση των διαφόρων πυρήνων οστέωσης στα άκρα των μακρών οστών, της οδοντοφυΐας κ.ά. Οι αριθμοί που λαμβάνονται από τις μετρήσεις αυτές συγκρίνονται με αριθμούς μέσου όρου, που προέκυψαν από μετρήσεις μεγάλων ομάδων π. αντίστοιχης ηλικίας. Είναι πολύ δύσκολο να χαράξει κάποιος μια διαχωριστική γραμμή μεταξύ φυσιολογικού και παθολογικού. Πάντως όσο μεγαλύτερη είναι η απόκλιση ενός π. από τα άλλα της ίδιας ηλικίας σε οποιαδήποτε από τις μετρήσεις, τόσο υπάρχει η πιθανότητα το π. να μην είναι φυσιολογικό. Θα πρέπει μάλιστα να λαμβάνεται πάντα υπόψη η εθνικότητα του π., η επίδραση του περιβάλλοντος, η κληρονομικότητα. Kατ» αυτόν τον τρόπο, μεγαλύτερη σημασία για την εκτίμηση της ανάπτυξης, έχει η σύγκριση της ανάπτυξης ενός π. προς τον εαυτό του και όχι προς τον μέσο όρο. Παρά τις διαφορετικές μεθόδους εκτίμησης της ανάπτυξης οι οποίες προτάθηκαν κατά καιρούς και που συχνά δεν συμφωνούν μεταξύ τους, σήμερα πολλοί πιστεύουν ότι δεν είναι δυνατόν να καθοριστεί μια σειρά από ξεχωριστά στάδια σωματικής ανάπτυξης. Από ό,τι ξέρουμε η αύξηση του σώματος δεν προχωρεί με περιόδους ανάπαυλας, ακολουθούμενες από περιόδους επιτάχυνσης, αλλά πραγματοποιείται κατά τρόπο συνεχή και προοδευτικό. Υπάρχει μία περίοδος που αποτελεί μέχρι ένα βαθμό εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα, και αυτή είναι η εφηβεία. Φαίνεται επίσης ότι υπάρχει και μια άλλη περίοδος ταχύτερης ανάπτυξης, ιδίως σε ό,τι αφορά το μέγεθος του σώματος, το mid growth spurt, μεταξύ των 5½-6½ ετών. Ένα μέρος από τους παράγοντες οι οποίοι επηρεάζουν τη σωματική ανάπτυξη εξαρτάται από την κληρονομικότητα του ατόμου. Από τους ενδογενείς παράγοντες της ανάπτυξης ξεχωριστή σημασία έχουν οι ορμόνες, και κυρίως η αυξητική ορμόνη της υπόφυσης ή σωματοτρόπος, η ορμόνη του θυρεοειδούς αδένα, τα ανδρογόνα του φλοιού των επινεφριδίων και των γεννητικών αδένων κ.ά. Από τους εξωγενείς παράγοντες, η διατροφή παίζει πρωτεύοντα ρόλο, μαζί με τις κοινωνικές, οικονομικές, γεωγραφικές και άλλες συνθήκες. Κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας σχηματίζονται τα μορφολογικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά τα οποία επιτρέπουν την κατάταξη των ατόμων σε ιδιοσυστατικούς τύπους. Αρκετές από τις τυπολογίες περιγράφουν και μια σχέση μεταξύ του σωματικού τύπου και του τρόπου συμπεριφοράς. Τα στάδια της ψυχολογικής ανάπτυξης. Τα στάδια της ψυχολογικής ανάπτυξης του π. δεν ταξινομήθηκαν σε ένα σύστημα που να είναι αποδεκτό από όλους. Αυτό οφείλεται στο ότι οι διάφοροι ερευνητές χρησιμοποιούν διαφορετικά κριτήρια στην ταξινόμηση των διαδοχικών φάσεων της ανάπτυξης. Πρέπει εδώ vα αναφερθούν δύο συστήματα που είναι ιδιαίτερα γνωστά· για την ανάπτυξη της νοημοσύνης, το σύστημα του Ζαν Πιαζέ, και για την ανάπτυξη της συναισθηματικότητας και της προσωπικότητας, είναι χαρακτηριστικές μερικές απόψεις της ψυχαναλυτικής θεωρίας του Ζίγκμουντ Φρόιντ. Στάδια κατά τον Πιαζέ ονομάζονται οι φάσεις της ανάπτυξης, που αντιστοιχούν σε καθορισμένα κριτήρια, από τα οποία ιδιαίτερη σημασία έχει η σειρά (όχι η χρονολογία) της διαδοχής των προσκτήσεων, που πρέπει να είναι σταθερή, και ο συμπληρωματικός τους χαρακτήρας, χάρη στον οποίο τα επιτεύγματα μιας ορισμένης ηλικίας αποτελούν μέρος των προσκτήσεων της ηλικίας που ακολουθεί. Κατά την περιγραφή της ανάπτυξης πρέπει να ξέρουμε ότι παρατηρούνται μετατοπίσεις φάσης. Στο πεδίο των συγκεκριμένων πράξεων, για παράδειγμα, το π. γύρω στα 7-8 του χρόνια ξέρει να τοποθετεί κατά αύξουσα τάξη αντικείμενα διαφορετικού μήκους ή όγκου, αλλά δεν έχει ακόμα την ικανότητα εκτίμησης και ταξινόμησης του βάρους των αντικειμένων και αυτό συμβαίνει και όταν ακόμα, από τυπική άποψη, η διαδικασία είναι η ίδια. Η αρχή της αντιληπτικής ικανότητας μπορεί να επισημανθεί στην περίοδο της ασθητικοκινητικής αντίληψης, που επικρατεί κατά προσέγγιση στα 2 πρώτα χρόνια της ζωής. Στους πρώτους 9 μήνες, το βρέφος εκτελεί αντανακλαστικές κινήσεις, αποκτά τις πρώτες συνήθειες και ένα συντονισμό της όρασης και της σύλληψης. Αρχίζει επίσης η ανάπτυξη της διαφοροποίησης μεταξύ σκοπού και μέσων. Mεταξύ 12-18 μηνών διαφοροποιούνται σχήματα πράξεων, που χαρακτηρίζονται από την τάση, εκ μέρους του π., εξερεύνησης και προσπαθειών προς μία ορισμένη κατεύθυνση. Το π. των 18 μηνών απέκτησε την ικανότητα να ανακαλύπτει καινούργια μέσα προς επίτευξη του σκοπού του, όπως, για παράδειγμα, να τραβά προς το μέρος του την κουβέρτα ή το τραπεζομάντηλο για να φτάσει ένα αντικείμενο που βρίσκεται επάνω στο κρεβάτι ή στο τραπέζι, ή να χρησιμοποιεί ένα ραβδί για να τραβήξει κοντά του αντικείμενα που βρίσκονται μακριά. Μετά τον 18o και μέχρι τον 24o μήνα διαπιστώνεται μια έναρξη εσωτερίκευσης των σχημάτων δράσης. Εμφανίζονται οι πρώτες απότομες διαισθήσεις, των οποίων προηγείται αναστολή της δράσης. Κατά την περίοδο της αισθητικοκινητικής αντιληπτικότητας παρατηρείται προοδευτική οργάνωση των κινήσεων και των μετατοπίσεων, που στην αρχή έχουν επίκεντρο το ίδιο το σώμα του π. και σιγά σιγά αποκεντρώνονται στον περιβάλλοντα χώρο. Στα επόμενα στάδια ανάπτυξης γίνεται ανάλογη διαδικασία αποκέντρωσης στο επίπεδο των διαδικασιών νοητικής αναπαράστασης και όχι πια απλώς πράξεων. Μεταξύ 2ου και 11ου έτους υπάρχει μία περίοδος προετοιμασίας και οργάνωσης των συγκεκριμένων πράξεων βαθμού, σχέσης και αριθμού. Μεταξύ του 2ου και του 4ου έτους η εξέλιξη κυριαρχείται από την εμφάνιση της συμβολικής λειτουργίας και από την αρχή εσωτερίκευσης των σχημάτων δράσης με μορφή νοητικών παραστάσεων. Η συμβολική λειτουργία εκδηλώνεται στις διάφορες μορφές της (ομιλία, συμβολικά ή φανταστικά παιχνίδια κ.ά.), ενώ στις προηγούμενες ηλικίες κυριαρχούσαν σχεδόν αποκλειστικά παιχνίδια άσκησης. Μεταξύ 4-5½ ετών οι νοητικές παραστάσεις του π. βασίζονται σε στατικά σχήματα. Αν στο π. αυτής της ηλικίας παρουσιάσουμε ένα μεγάλο ποτήρι γεμάτο νερό και, μπροστά του πάντοτε, αδειάσουμε στη συνέχεια το νερό από το μεγάλο ποτήρι σε μια σειρά από μικρά ποτήρια, το π. τείνει να κρίνει ότι το νερό στα μικρά ποτήρια είναι περισσότερο (γιατί τα μικρά ποτήρια είναι πολλά) ή λιγότερο (γιατί η επιφάνεια του νερού στα μικρά ποτήρια βρίσκεται χαμηλότερα). Δηλαδή το π. αυτής της ηλικίας δυσκολεύεται να συντονίσει τις διάφορες αντιληπτικές του ικανότητες για τις διάφορες καταστάσεις σε μια ολική γνώση της ποσότητας. Δεν ξέρει να διατηρήσει μια αμετάβλητη έννοια ποσότητας, όταν η ίδια ποσότητα παρουσιάζεται κατά διαφορετικούς τρόπους. Η έννοια της αμετάβλητης ποσότητας είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για μια σειρά σημαντικών πράξεων, που το π. θα είναι ικανό να εκτελέσει σε μεγαλύτερη ηλικία. Τα 5½-8 χρόνια αποτελούν μια ενδιάμεση φάση μεταξύ της διατήρησης και μη διατήρησης των εννοιών του συνόλου και της ποσότητας. Μια όψη της εξέλιξης της νόησης μεταξύ των 4 και των 8 ετών αποτελεί και η τροποποίηση του λεξιλογίου· μειώνεται αρκετά ο τυπικός εγωκεντρισμός της πρώτης παιδικής ηλικίας, εγωκεντρισμός που αγνοεί τις απόψεις και τις προσδοκίες των άλλων. Η περίοδος μεταξύ 7-8 και 11-12 ετών χαρακτηρίζεται από νόηση η οποία ενεργεί σε συγκεκριμένο επίπεδο. Το π. γίνεται ικανό για σημαντικές ενέργειες, όπως οι ταξινομήσεις, οι τοποθετήσεις κατά σειρές, οι αντιστοιχίες των όρων, οι πράξεις πολλαπλασιασμού. Στις αριθμητικές πράξεις μπορεί να προσθέσει και να πολλαπλασιάσει ακέραιους και κλασματικούς αριθμούς. Μεταξύ 2-12 ετών η ανάπτυξη του π. εκδηλώνεται και με τον προοδευτικά διαφορετικό τρόπο που φαντάζεται τον κόσμο, τα αντικείμενα κ.ά. Οι αντιλήψεις του γίνονται λιγότερο ανθρωποκεντρικές, λιγότερο τεχνητές, περισσότερο πρόσφορες στην κατανόηση των υποκειμενικών όψεων της πραγματικότητας. Μεταξύ 11-12 και 14 ετών παρατηρείται ένας μεγάλος αριθμός μεταβολών, με ταχύ ρυθμό και πολύ διαφορετικών. Στην ηλικία αυτή εμφανίζονται οι συμμετρίες, η ικανότητα συλλογισμού επάνω σε διατυπώσεις, σε υποθέσεις και όχι πια μόνο για αντικείμενα που βρίσκονται επάνω στο τραπέζι και των οποίων η παράσταση είναι άμεση. Στο τέλος ακριβώς αυτής της περιόδου η νόηση του π. χαρακτηρίζεται από την ικανότητα να αντιστρέφει, γεγονός που αποτελεί το εμφανέστερο χαρακτηριστικό της ευφυΐας και παρουσιάζει κανονική και προοδευτική αύξηση στα επόμενα στάδια. Η εξέλιξη των γνώσεων του π. εξετάζεται σχετικά με την προσωπικότητά του στη συνολική έκφρασή της και τις κοινωνικές και μορφωτικές συνθήκες του περιβάλλοντος στο oποίο πραγματοποιείται. Διάφορες συνθήκες μπορούν να μεταβάλουν κατά πολύ τους χρόνους της εξέλιξης ή και να προκαλέσουν οριστική αναχαίτισή της σε ορισμένο επίπεδο. Η εξέλιξη των γνώσεων και της προσωπικότητας εξαρτάται κάποιες φορές από πλήθος συνθηκών του περιβάλλοντος (νοητικό, μορφωτικό και οικονομικό επίπεδο, τόπος διαμονής της οικογένειας, κλπ.) χωρίς όμως αυτές οι συνθήκες να αποτελούν πάντοτε κανόνα αναχαίτησης ή επιτάχυνσης της εξέλιξης του π. Η ψυχολογική ανάπτυξη στη διάρκεια της παιδικής ηλικίας υποβάλλεται επίσης στην ισχυρή επίδραση της συμπεριφοράς του πατέρα και της μητέρας, της ψυχολογικής ατμόσφαιρας της οικογένειας, του είδους των σχέσεων που επικρατούν στο περιβάλλον. Σε μεγαλύτερη ηλικία αποκτά ανάλογη σημασία η ατμόσφαιρα του σχολείου, της ψυχαγωγίας κ.ά. Κατά τον Φρόιντ, ο συναισθηματικός κόσμος του π. στους πρώτους μήνες μετά τη γέννηση κυριαρχείται από το Εκείνο (ό,τι κληρονομήθηκε και πριν από όλα τα ένστικτα). Δεν υπάρχει συναισθηματική εμμονή, γιατί δεν έχει σχηματιστεί ακόμα το Εγώ. Αργότερα, κάτω από τη συνεχή επίδραση του εξωτερικού κόσμου, αναπτύσσεται το Εγώ, ενδιάμεση κατάσταση μεταξύ του Εκείνου και του εξωτερικού κόσμου. Το Υπερ-Εγώ, σύνολο ηθικών αξιών που σχηματίζεται με παράδειγμα τους γονείς, δημιουργείται αργότερα, μεταξύ 5-6 ετών. Η ψυχαναλυτική θεωρία της παιδικής σεξουαλικότητας αναφέρεται σε 3 κύρια επίπεδα: θεωρία των ερωτογενών περιοχών, ερευνητική στάση του π. απέναντι σε μερικά προβλήματα, συναισθηματική συμπεριφορά του π. στο οικογενειακό περιβάλλον. Σύμφωνα με τη θεωρία των ερωτογενών περιοχών, η διέγερση ορισμένων περιοχών του σώματος (στόμα, πρωκτός, γεννητικά όργανα) προκαλεί ευχαρίστηση στο π.· αυτή η ευχαρίστηση δείχνει ότι έχει σεξουαλικό χαρακτήρα, διότι η διέγερση των ίδιων περιοχών δίνει ακόμα και στον ενήλικο αισθήματα, σχετιζόμενα με τη σεξουαλική ζωή. Kατ» αυτόν τον τρόπο, από την ευχαρίστηση του θηλασμού, που συνδέεται στενά με την ικανοποίηση των αναγκών διατροφής, φαίνεται ότι προκαλείται στο π. η ευχαρίστηση του να θηλάζει, ανεξάρτητα από τον σκοπό θρέψης, και από αυτήν, τέλος, η στοματική ευχαρίστηση (φιλί). Ανάλογες απόψεις ισχύουν για την περιοχή του πρωκτού και των γεννητικών οργάνων. Κάθε ερωτογενής περιοχή δημιουργεί εντοπισμένα ένστικτα τα οποία, ανεξάρτητα το ένα από το άλλο, τείνουν στην κατάκτηση της ευχαρίστησης. Στη γεννητική φάση (ήβη) αυτά τα εντοπισμένα ένστικτα οργανώνονται μεταξύ τους, δημιουργώντας τη σεξουαλικότητα του ενηλίκου. Στο σεξουαλικό πεδίο, το π. από τα πρώτα χρόνια της ζωής του ενδιαφέρεται ιδιαίτερα να μάθει από πού προέρχονται τα βρέφη και τις διαφορές μεταξύ των δύο φύλων. Οι ενήλικοι έχουν γενικά μια κάποια δυσκολία στο να δώσουν στο π. τις πληροφορίες που ζητά, και απαντούν στις ερωτήσεις του με αοριστίες και ψέματα (π.χ. με τον μύθο του μωρού που το φέρνει ο πελαργός κ.ά.). Αυτά τα ψέματα δικαιολογούνται από τον ενήλικο με τον ισχυρισμό ότι πρόωρες πληροφορίες είναι επικίνδυνες ή δυσνόητες για το π. Η κλινική εμπειρία των ψυχαναλυτών έχει αντίθετα, επισημάνει ότι μάλλον η μη φυσιολογική επίλυση των σεξουαλικών παιδικών αποριών, κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής, έχει ψυχοπαθολογικές επιπτώσεις στην προσωπικότητα του ενηλίκου από την παιδική ηλικία. Οι γονείς και οι παιδαγωγοί πρέπει λοιπόν να δίνουν τις απαραίτητες πληροφορίες στο π., με τρόπο ανάλογο της αντιληπτικής ικανότητας που διαθέτει το π. στην ηλικία που θέτει αυτές τις ερωτήσεις. Ο πρώτος ενστικτώδης δεσμός του π. αφορά σχεδόν αποκλειστικά τη μητέρα. Στη συνέχεια αναπτύσσεται ένας συναισθηματικός δεσμός και προς τον άλλο γονέα, δεσμός, που, στην περίπτωση του αγοριού, έχει συνήθως διττό χαρακτήρα· αποτελείται, δηλαδή, από αγάπη και «εχθρότητα» μαζί, επειδή παίρνει τον πατέρα, συχνά ασυνείδητα, ως ανταγωνιστή της μητρικής αγάπης (οιδιπόδειο σύμπλεγμα). Το οιδιπόδειο σύμπλεγμα ένα φυσιολογικό π. το ξεπερνάει γύρω στα 5-6 χρόνια και αυτό έχει θεμελιώδη σημασία για τον σχηματισμό του Υπερ-Εγώ. Οι απόψεις του Φρόιντ, που περιληπτικά αναφέρθηκαν εδώ, έγιναν αντικείμενο κριτικής και αναθεώρησης από άλλες θεωρίες για την προσωπικότητα, μη ψυχαναλυτικές και από ψυχαναλυτικές σχολές διαφορετικού προσανατολισμού. Aπορρίφθηκαν ορισμένες υποθέσεις, όπως η γενίκευση της ισχύος του οιδιπόδειου συμπλέγματος σε κάθε πληθυσμό, και άλλες δοξασίες των οπαδών του Φρόιντ. Κυρίως όμως θεωρείται πολύ συζητήσιμη η αντίληψη για τον ρόλο του ενστίκτου στη διαμόρφωση της προσωπικότητας. Άλλοι τείνουν να μειώσουν, στη δημιουργία της προσωπικότητας του ενηλίκου, τη σημασία των πρώτων εμπειριών της ανάπτυξης, δίνοντας μεγαλύτερη βαρύτητα για την κατανόηση της συμπεριφοράς, στους παράγοντες που την επηρεάζουν άμεσα. Το π. και η κοινωνία. Η κηδεμονία και η προστασία του π. θεωρούνται ουσιαστικό καθήκον της οικογένειας, η οποία φροντίζει για την ανατροφή, τη μόρφωση και τη συντήρηση των π. μέχρι την ενηλικίωσή τους. Παντού, ωστόσο, αναγνωρίζεται σήμερα η ανάγκη άμεσης παρέμβασης των κρατικών αρχών στη διαφύλαξη των δικαιωμάτων του π. όχι μόνο στην περίπτωση που δεν υπάρχει οικογένεια ή όταν η οικογένεια εγκαταλείπει με τη θέλησή της τη φροντίδα των παιδιών βρεφικής ηλικίας, αλλά και για να συμπληρώνεται και να βελτιώνεται ο ρόλος της οικογένειας. Οι κρατικές αρχές επεμβαίνουν και αναλαμβάνουν την οργάνωση της εκπαίδευσης και του επαγγελματικού προσανατολισμού, τη διάδοση των κανόνων υγιεινής και προφύλαξης, την προστασία από την πρόωρη εκμετάλλευση της εργασίας των ενηλίκων, και, κυρίως, τη φροντίδα της σωματικής και νοητικής τους υγείας. Η σχέση π. - κοινωνίας είναι συνεπώς ευρύτατη και περίπλοκη και αποκτά διαρκώς μεγαλύτερη σημασία με την εξέλιξη του βιομηχανικού πολιτισμού, που οδήγησε στη μεταμόρφωση της οικογένειας παραδοσιακού τύπου καθώς και στην είσοδο της γυναίκας στον κόσμο της εργασίας. Η κοινωνία μπορεί να υπερασπιστεί το π., με τη δημιουργία ιδιωτικών φιλανθρωπικών οργανισμών ή με κρατικά ιδρύματα, επαρχιακά και κοινοτικά, καθώς επίσης και με την κατάλληλη νομοθεσία. Ο πρώτος τύπος κοινωνικής επέμβασης χαρακτήριζε τους περασμένους αιώνες, ενώ στη σύγχρονη εποχή η παλαιά χριστιανική αντίληψη της βοήθειας η οποία δινόταν ως ελεημοσύνη κυρίως προς τα ορφανά, τα νόθα και τα εγκαταλελειμμένα π. αντικαταστάθηκε τον 19o αι. από μια νέα ανθρωπιστική αντίληψη, επηρεασμένη από τις ιδέες του διαφωτισμού, με την ανάθεση της κηδεμονίας και της μόρφωσης του π. σε οργανισμούς πέρα από την Εκκλησία· εμφανίζονται οι πρώτοι παιδικοί σταθμοί και ιδρύονται τα πρώτα νοσοκομεία για παιδιά. Συγχρόνως αρχίζει η διάδοση των κανόνων υγιεινής από τις δημόσιες υπηρεσίες, όπως, για παράδειγμα, ο εμβολιασμός κατά της ευλογιάς τον οποίο ανεκάλυψε ο Άγγλος Τζένερ και γρήγορα έγινε υποχρεωτικός σε όλες τις χώρες. Φτάσαμε κατόπιν στην αντίληψη που επικράτησε στον αιώνα μας σχετικά με το δικαίωμα του π. να κηδεμονεύεται και με το καθήκον του κράτους να εκτελεί σειρά πράξεων, ώστε vα του εξασφαλίσει αυτή την κηδεμονία. Η εξέλιξη αυτή δεν πραγματοποιήθηκε χωρίς αντιδράσεις, αλλά την επέβαλε η ανάγκη να μετριαστούν τα αποτελέσματα της βιομηχανικής επανάστασης, που οδήγησε στη διάλυση του παραδοσιακού τύπου οικογένειας εξαιτίας της εργασίας της γυναίκας έξω από το σπίτι και στην εκμετάλλευση του π., ακόμα και της πιο τρυφερής ηλικίας, στα ορυχεία και στα υφαντουργεία. Στα πρώτα χρόνια του 19ου αι. ο Άγγλος βιομήχανος και φιλάνθρωπος Ρόμπερτ Όουεν, άρχισε έναν σκληρό αγώνα με σκοπό να επιτύχει την απαγόρευση δια νόμου της εργασίας ων π. πριν γίνουν 9 ετών, και στη βιομηχανία του, στο Νιου Λάναρκ, υιοθέτησε σύστημα εργασίας με βάρδιες το οποίο επέτρεπε στα π. να παρακολουθούν μαθήματα στα εργοστασιακά σχολεία, που ο ίδιος δημιούργησε. Στην Αγγλία επίσης ιδρύθηκε η Children»s Employment Commission (Επιτροπή Εργασίας Παιδιών) που δημοσίευσε πολλές εκθέσεις σχετικά με την εκμετάλλευση των π. στα εργοστάσια και συνέτεινε στην ψήφιση σειράς νόμων για την προστασία της εργασίας των ανηλίκων· ο πρώτος νόμος (1848), περιόριζε την εργασία των π. σε 10 ώρες την ημέρα. Σήμερα σε όλες σχεδόν τις χώρες οι συνθήκες εργασίας των π. περιορίζονται και ελέγχονται νομοθετικά. Το θέμα αυτό εξετάστηκε κατ» επανάληψη από τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας, η οποία διοργάνωσε διασκέψεις, έρευνες και συζητήσεις νομικού χαρακτήρα ώστε να εξασφαλίζει εκ μέρους της κοινωνίας τις συνθήκες για την πνευματική και σωματική ανάπτυξη όλων των παιδιών. Προτάθηκε επίσης ένας Χάρτης του Παιδιού, στον οποίο καθορίζονται αυτά τα δικαιώματα και απευθύνεται έκκληση στις κυβερνήσεις να αναπτύξουν όσο το δυνατό μεγαλύτερη δραστηριότητα σε σχέση με τα θέματα που αφορούν τη βοήθεια και τη μόρφωση του π. Η αναγνώριση των δικαιωμάτων του π., ώστε να αναπτύξει τις δυνάμεις και τις ικανότητές του, και η ανάγκη μεγαλύτερης διάδοσης της μόρφωσης την οποία δημιούργησε η τεχνική και βιομηχανική ανάπτυξη του περασμένου αιώνα, επέβαλαν στα κράτη όλο και ευρύτερους και αυστηρότερους νόμους για την υποχρεωτική φοίτηση στο σχολείο, οπότε κατόρθωσε να περιοριστεί στην εποχή μας το μεγάλο πρόβλημα του αναλφαβητισμού παγκοσμίως, να διαδοθεί η αντίληψη της υποχρεωτικής και δωρεάν εκπαίδευσης ως απαραίτητης προϋπόθεσης για την κοινωνική πρόοδο. Εξάλλου, η ολοένα μεγαλύτερη ανάγκη κρατικής επέμβασης στην ανατροφή των νηπίων, που οι μητέρες τους, εργαζόμενες έξω από το σπίτι, δεν έχουν τη δυνατότητα να τα επιβλέπουν συνεχώς, επέβαλε την ανάγκη ίδρυσης παιδικών σταθμών στα εργοστάσια και στις γειτονιές και αύξησε σημαντικά τον αριθμό των νηπιαγωγείων. Αλλά και το πρόβλημα του ελεύθερου χρόνου των π. δεν ενδιαφέρει πλέον μόνο τις οικογένειες και τα ιδιωτικά και θρησκευτικά ιδρύματα τα οποία έχουν ως κύριο έργο την παροχή αγωγής. Στις περισσότερες χώρες, συγχρόνως με τις πολυάριθμες οργανώσεις που έχουν ως σκοπό την ψυχαγωγία και την παιδική αγωγή, ελήφθησαν και συγκεκριμένα νομοθετικά μέτρα για την προστασία του παιχνιδιού των π., μέτρα που επιβάλλουν τη διαμόρφωση πάρκων και κήπων (όπως τα περίφημα αγγλικά play-grounds, ή οι γερμανικοί kindergarten), που παρατείνουν το σχολικό ωράριο με την οργάνωση του μετασχολικού χρόνου, καθώς και μέτρα τα οποία διευκολύνουν την ίδρυση κέντρων ψυχαγωγίας για τα π. Συγχρόνως αναπτύσσεται σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες μία τάση οργάνωσης της παιδικής ζωής έξω από την οικογενειακή ατμόσφαιρα, ώστε να προφυλάσσεται η σωματική και πνευματική υγεία των π. Διάφορα ιδιωτικά ιδρύματα διοργανώνουν ψυχαγωγικές εκδηλώσεις για παιδιά. Εδώ, στιγμιότυπο από εκδήλωση για το βιβλίο και το παιδί στο Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού με αφορμή την Παγκόσμια ημέρα Παιδικού Βιβλίου. (φωτ. ΑΠΕ). Δύο μικρά παιδία ποζάρουν σε καρτ ποστάλ των αρχών του 20ου αι. (φωτ. από την έκδ.«100 +1 χρόνια Ελλάδα»). Παιδιά της Νοτίου Αφρικής στις εκδηλώσεις για την Παγκόσμια Ημέρα για το παιδί (11.12.1995) διαμαρτύρονται για την κακομεταχείριση και την εκμετάλλευση των παιδιών. Το δικαίωμα του παιδιού στη δωρεάν και υποχρεωτική παιδεία εξασφαλίζεται σήμερα με αυστηρούς νόμους σε όλες τις χώρες. Η εργασιακή εκμετάλλευση μικρών παιδιών απαγορεύεται δια νόμου σήμερα στις περισσότερες χώρες του κόσμου. Ιδιωτικά φιλανθρωπικά ιδρύματα έχουν δημιουργηθεί για την παροχή βοήθειας σε παιδιά που πάσχουν από διάφορα νοσήματα. Εδώ μικρός καρδιοπαθείς στην αγκαλιά του ποδοσφαιριστή Kanu προέδρου φιλανθρωπικού ιδρύματος (Ηeart Foundation). (φωτ. ΑΠΕ). Αφγανή μητέρα με τη χαρακτηριστική μπούρκα, περιμένει με το άρρωστο παιδί της στην αγκαλιά έξω από το νοσοκομείο της Καμπούλ. (φωτ. ΑΠΕ) Ζωγραφιά 11χρονου παιδιού. Το παιχνίδι είναι η βασική δραστηριότητα του παιδιού και του επιτρέπει να χρησιμοποιεί την υπεράφθονη ζωτικότητα του, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για ομαδικά παιχνίδια με καθορισμένους κανόνες. Μεγάλες διεθνείς οργανώσεις για την προστασία των παιδιών επιτελούν μεγάλο έργο εκεί που η οικογένεια ή οι κρατικές αρχές απουσιάζουν ή αδιαφορούν. Εδώ «Η οικογένεια» του Ινδού καλλιτέχνη Καπόρ προσφορά στη UNICEF. Σχέδιο παιδιού 4 ετών. Σχέδιο παιδιού 5 ετών. Ο έλεγχος των κινήσεων του κορμού και των άκρων και η ταχύτητα του χρόνου αντίδρασης επιτρέπουν στα παιδιά των δύο ετών να αντιμετωπίζουν νέες καταστάσεις, όπως η επαφή με το νερό, βασικές της ανθρώπινης διαβίωσης. Στην περίοδο μεταξύ επτά και δώδεκα ετών, το παιδί καταφέρνει να εκτελεί διάφορες πράξεις, όπως ταξινομήσεις κατά μέγεθος και κατά ποσότητα. Εδώ, ένα παιδί ηλικίας 7 ετών μαθαίνει να ταξινομεί μικρούς ξύλινους κυλίνδρους. Άσκηση ταξινόμησης κατά μέγεθος και ποσότητα. Το παιδί που ασκείται έχει περάσει, χωρίς προβλήματα, την ηλικία των επτά ετών και προσαρμόζεται εύκολα στις απαιτήσεις του σχολείου. Τα παιχνίδια μίμησης και η συνεργασία με τους ενήλικους στις οικιακές εργασίες βοηθούν το παιδί να αποκτήσει ανεξαρτησία και μια καλή προσαρμογή στο περιβάλλον. Ως την ηλικία των 9 μηνών, ένα βρέφος έχει αποκτήσει κάποια αντιληπτική ικανότητα συντονίζοντας όραση και σύλληψη.Εδώ βρέφος που κρατά βοήθημα οδοντοφυΐας. (φωτ.ΑΠΕ). Παραστατική απεικόνιση της εξέλιξης της νευρομυϊκής ανάπτυξης, από την περίοδο κατά την οποία το παιδί αρχίζει να μετακινείται έρποντας με την κοιλιά, ως ότου κατορθώσει να ανασηκωθεί και να προχωρήσει με συντονισμένες κινήσεις των κάτω και των πάνω άκρων (μπουσούλισμα). Η εξέλιξη της νευρομυϊκής ανάπτυξης της σχετικής με την έναρξη του βαδίσματος.
* * *
το (ΑΜ παιδίον, Μ και παιδίν) [παις, παιδός]
1. άνθρωπος μικρής ηλικίας, ανήλικο αγόρι ή κορίτσι
2. το τέκνο, ο γόνος κάποιου (α. «κι η δόλια μου ματιά θολή
παιδί μου ώρα σου καλή», Βιζυην.
β. «Κύριε, κατάβηθι, πριν ἀποθανεῑν τὸ παιδίον μου», ΚΔ)
3. νεαρός υπηρέτης («έστειλα το παιδί για τα ψώνια»)
4. παροιμ. φρ. α) «τού πατέρα του παιδί» ή «τοῡ πατρὸς τὸ παιδίον» — παιδί που μοιάζει στον πατέρα του ως προς τη μορφή και τον χαρακτήρα
β) «τής μάνας του παιδί» ή «τῆς μητρὸς τὸ παιδίον» — παιδί που μοιάζει στη μητέρα του ως προς τη μορφή και τον χαρακτήρα
νεοελλ.
1. άνθρωπος νεαρής ηλικίας, νεαρός, σε αντιδιαστολή προς τους ηλικιωμένους («τώρα που είσαι παιδί διασκέδαζε όσο μπορείς»)
2. μικρής ηλικίας υπάλληλος καταστήματος ή γραφείου, παραγιός
3. (διαλεκτ.) αγόρι ή νεαρός, αρσενικό τέκνο, γιος, σε αντιδιαστολή προς το κορίτσι
4. αφελής, απλός και εύπιστος άνθρωπος («μη γίνεσαι παιδί!»)
5. φρ. α) «παιδί μου» — τρυφερή προσφώνηση για έκφραση οικειότητας ή θωπείας και σε ενήλικα άτομα
β) «είναι παιδί τής μαμάς» — είναι καλομαθημένος, είναι μαμόθρεφτος
γ) «παιδί τού δρόμου» — αλητάκι
αρχ.
1. μικρός δούλος
2. παιδική νόσος, πιθ. οι σπασμοί.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • παΐδι — παΐδι, το και παϊδάκι, το και παγίδι, το 1. πλευρά σκελετού ανθρώπου ή ζώου: Του σπάσανε τα πα(γ)ίδια (δηλ. του δώσανε πολύ ξύλο). 2. πλευρά σφαγίου για ψήσιμο, αλλ. μπριζόλα ή κοτολέτα: Παράγγειλα μία μερίδα αρνίσια παϊδάκια …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • παΐδι — Από βιολογική άποψη θεωρείται π. ο άνθρωπος από τη γέννησή του μέχρι τα 9 του χρόνια ή και μέχρι τα 11 14, ανάλογα με τους επιστήμονες οι οποίοι έχουν ασχοληθεί με το θέμα. Η επιστήμη που ασχολείται με το π. είναι σχετικά νέα. Οι αρχαίοι… …   Dictionary of Greek

  • παιδί — το 1. νέος, άνθρωπος μικρής ηλικίας: Τίποτε δεν επενεργεί καλύτερα πάνω στα παιδιά από τον έπαινο (Σίντεϊ). 2. μτφ., ο αφελής: Παιδί είσαι και δε σοβαρεύεσαι; …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • παιδί — παῖς child masc/fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παιδί' — παιδίᾱͅ , παιδία childhood fem dat sg (attic doric aeolic) παιδία , παιδίον neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καλό Παιδί — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 280 μ., 158 κάτ.) του νομού Ηλείας. Βρίσκεται στο κεντρικό τμήμα του νομού, 33 χλμ. ΒΑ του Πύργου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Πηνείας …   Dictionary of Greek

  • παιδ' — παιδί , παῖς child masc/fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παίδ' — παιδί , παῖς child masc/fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παιχνίδι — Οποιαδήποτε ελεύθερη έκφραση σωματικής ή ψυχικής ενέργειας, που δεν κατευθύνεται σε ωφελιμιστικούς σκοπούς, θεωρείται παιχνίδι. Με άλλη έννοια ο όρος περιλαμβάνει και το αντικείμενο με το οποίο παίζει κάποιος. Η ιδέα όμως του π. δεν είναι τόσο… …   Dictionary of Greek

  • παιδικό σχέδιο — I Σήμερα θεωρείται ότι το σ. είναι η αυθόρμητη εκδήλωση της φυσικής ανάγκης του παιδιού να εξωτερικεύει, με γραφικές εικόνες, την εσωτερική του ζωή. Είναι λοιπόν το σ. μια γλώσσα και συγχρόνως ένα ασύγκριτο γνωστικό μέσον της σχέσης του παιδιού… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”